Η « μαλαστρούπφα», ένα «φως»…, όλο καπνιές…!-Γράφει ο Γιάννης Χειλάς*

ΚΑΛΥΜΝΟΣ:

<!–
Error: wp_booster error:
td_api_base::get_key : a component with the ID: single_template_9 Key: show_featured_image_on_all_pages is not set.
/home/kalymnos/public_html/wp-content/plugins/td-composer/legacy/common/wp_booster/td_api.php (rara-error)
–>
Από τη συλλογή, «Σοφές κουβέντες των θαλασσινών μας»
Βυζαντινή μικρογραφία 11ου αιώνα. Βρίσκεται στην Εθνική Μακριανή βιβλιοθήκη της Βενετίας.
           Αριστερά, κάθετα, διακρίνεται η λέξη «τριχεόθυρον», που αναφέρεται στα δίχτυα και συγκεκριμένα σε νυχτερινό ψάρεμα   με δίχτυα  και με τη χρήση φανού  – πυροφανιού – «μαλαστρούπφας».
          Αριστερά στο βυθό απεικονίζεται όρθιο – στητό το ψηλό – «αρτάδο»  δίχτυ, με το οποίο οι «ασπαλιείς» (ψαράδεςς παράκτιας αλιείας) και «θηρευτές» έχουν περιζώσει και εγκλωβίσει κοπαδίσια ψάρια (μελανούρια, σφήνερες, σάλπες, κεφάλους, σαργούς  κ.α)
           Από τη μέση  του πλεούμενου,  γίνεται από ψαρά η ανάσυρση – το «σαλπάρισμα»  άλλου  διχτυού – «μεστού ιχθύων» –  γεμάτου  από ψάρια. Σχετικά με το είδος αυτού του διχτυού θα πρέπει να αποκλείσουμε τον «πεζόβολον», ο οποίος συνήθως εκσφενδονίζεται –  βάλλεται από πεζούς αλιείς,  από στεριάς και  σε ρηχά νερά.  Η εικόνα μας παραπέμπει μάλλον στον «αμφίβολον», ή  «αμφίβληστρον»,  όπου τα ψάρια περικυκλώνονται και στο σαλπάρισμα συσσωρεύονται στο  σάκο του διχτυού όπου στενεύει  σαν αμφιβληστροειδής φακός.
          Μπροστά στην πλώρη ο άλλος  ψαράς έχει την ποδιά του επενδύτη του γεμάτη βώλους – πέτρες και πετροβωλά τα ψάρια για να τα  φοβίσει. Αυτά τρομοκρατημένα, διασκορπίζονται άτακτα και απερίσκεπτα πέφτουν   στα δίχτυα.                  Στην πρύμνη, μικρός κωπηλάτης – κουπφάς,  κρατά τη βάρκα σε θέση που να διευκολύνονται στο έργο τους οι ψαράδες.
           Ψηλά στο ποδόσταμο της πλώρης, στο  «κοράκι – κάγκα»  είναι στερεωμένος ο φανός – το πυροφάνι – η «μαλαστρούπφα»,  που φωτίζει το γύρο χώρο για να βλέπουν οι ψαράδες, να σαλπάρουν και να ξεψαρίζουν τα  ψάρια  από τα δίχτυα .
***
                Αυτό  το είδος, αυτής της τεχνικής του νυχτερινού ψαρέματος,   που απεικονίζεται στην  τοιχογραφία, έχει τις ρίζες του  στα μυθικά χρόνια – υπάρχουν μοναδικές καταγραφές στην αρχαία Ελληνική Γραμματεία – και συνεχίζονταν, διαχρονικά, σ’ όλο τον Μεσογειακό και Αιγιακό χώρο και βέβαια  και στην Κάλυμνο,  από τους διχτυάρηδες ψαράδες,  μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Σε τέτοια ψαρέματα φημισμένοι στην περιοχή μας  ήταν οι Λεριοί ψαράδες!
             Οι ψαράδες λοιπόν με το σουρούπωμα,  περίζωναν και εγκλώβιζαν τα ψάρια  τα οποία συγκεντρώνονταν  σε «στάσιμα»,  μέρη «κοιλοφυή»  – μικρές βάλλες  – ορμίσκους – με δίχτυα ψηλά (αρτάδα), σαν τείχος, που τα φελλάρια τους ξενέριζαν και όταν  σκοτείνιαζε για τα καλά – έπρεπε να ήταν αφέγγαρη η νυχτιά – αφού πρώτα τα «βώλαζαν»  (βώλασμα,  (το)  – βωλάζω – βώλος  βώλασμα),  πετροβολώντας τα και με χτύπους τα ανάγκαζαν να πέσουν άταχτα στα δίχτυα και να πιαστούν.
 « Αλιεύς προσδήσας κάλω λίθον, έτυπτε το ύδωρ, όπως οι ιχθύες φεύγοντες  απροφυλάκτως τοις βρόγχοις εμπέσωσι.» ( Ψαράς έδεσε μια πέτρα σε σχοινί και βάλθηκε να χτυπά το νερό, έτσι ώστε τα ψάρια να τραπούν σε φυγή  και χωρίς προφυλάξεις να πέσουν μέσα στα δίχτυα)  Αισώπου Μύθοι «Αλιεύς»
***
Νυχτερινό ψάρεμα με τη χρήση φανού – «μαλαστρούπφας» και  στα νεώτερα χρόνια, όταν δεν ήταν σε χρήση ακόμα ηλεκτρικές φωτιστικές συσκευές.
***
 Μια  από τις αμέτρητες λέξεις, όσα και τα κύματα της μανιασμένης θάλασσας,  την «ξενάστρεφη» (διφορούμενη και… δηκτική *)  «μαλαστρούπφα» διάλεξα να ερμηνεύσω, για να  χαρούμε τον πλούτο,  τη μαγεία και το μεγαλείο που η  κρύβει η γλώσσα μας,  η θάλασσα και οι θαλασσινοί της, αλλά και τη θυμοσοφία* που εξάγεται από αυτήν.   Να την θυμηθούν οι παλιοί, να την θαυμάσουν οι νέοι  και… να προβληματιστούν  και να ψάξουν να βρουν απαντήσεις  για τα:
              Πόσα  μυστικά άραγε να κρύβει ακόμα η θάλασσα η πλατιά, την οποία  «δράκοι διεπορεύοντο», με  πλοία  που στα ακρόπρωρά τους πρόβαλαν  δράκοι  σκαλισμένοι,  και πάλεψαν μες στις κακοσύνες, τραμπουκάριζαν με το βαρύ κύμα, και με πόση σοφία και γνώσεις πλούτισαν οι ναυτίλοι  της, σαν   την αρμένιζαν (διεπορεύοντο) και γνώρισαν το μεγαλείο του Κόσμου της Δημιουργίας ;
        Ποιά   μαγεία να φυλάσσει  ακόμα στα ανεξερεύνητα σπλάχνα της, ο «αειπάρθενος» και απύθμενος βυθός της; με το μοναδικό μεγαλείο των  πλασμάτων  της, «ων ουκ  έστι αριθμός» , που αξιώθηκαν  να θαυμάσουν  «τα εν τω βυθώ» μόνο οι τολμηροί καταδύτες σφουγγαράδες  και να τα βιώσουν  από κοντά (αμέτρητες ώρες, μια ζωή στο βυθό, να χαροπαλεύουν  για το σφουγγάρι),
Κι οι λέξεις, οι θαλασσινές,  να γίνονται « γλωσσικοί κώδικες», νοτισμένοι όλο αλμύρα,  «Θείο δώρο» έκφρασης των λογισμών,  των γνώσεων των συναισθημάτων που γεννιούνται  από τη βιωματική επαφή, με τη Μητέρα Φύση   να τους ανοίγει τους μεστούς της κόρφους της  κι εκείνοι να εκφράσουν την αγάπη τους με το γεμάτο λυρισμό και πάθος νησιώτικο τραγούδι τους:
«Θάλασσα, θάλασσα τους θαλασσινούς, θαλασσάκι μου
μην τους θαλασσοδέρνεις, θαλασσάκι μου….και φέρε το πουλάκι μου»
***
Πάμε λοιπόν να γνωρίσουμε αυτή τη μελωδικότατη  λέξη, την ιστορία της, τον γλωσσικό  και πολιτισμικό  πλούτο που την συνοδεύει.
         Η λέξη «μαλαστρούπφα» είναι σύνθετη. Προέρχεται από το αρχ. ρήμα μαλάσσω,  μαλαγμένος, που σημαίνει, κατά το « Γλωσσικό Ιδίωμα της Καλύμνου», λερώνω (φρ. ημάλαξε τα παπούτσα του μες στις λάσπες) και τη λέξη στουπφί  (μαλάσσω + στουπφί – μαλαστούπφα – μαλαστ(ρ)ούπφα) και είναι «στριμμένα – μπλεγμένα στουπιά ή παλιόπανα πάνω σε σιδερένια βέργα, αλειμμένα – εμποτισμένα – μαλαγμένα με πετρέλαιο η καμένα άχρηστα λάδια μηχανής και χρησιμοποιείται ως δάδα – φανός, για να φέγγει. 
         Τα υλικά της μαλαστρούπφας (στουπφί και κουρελόπανα εμποτισμένα  με πετρέλαιο) τα έβαζαν και σε τενεκεδάκι, που στο πάτο του έβαζαν άμμο εμποτισμένο με πετρέλαιο και το  στερέωναν σε λεπτό κοντάρι. Επίσης μαλατρούπφα έφτιαχναν και σε παλιοτήγανα ή παλιοταψιά με άμμο εμποτισμένο με πετρέλαιο. Τα παραπάνω μεταλλικά σκεύη τα τοποθετούσαν σε σταθερή βάση και φώτιζαν το γύρο  χώρο,    σε μεγαλύτερη ακτίνα.
Τη μαλαστρούπφα την χρησιμοποιούσαν σε ευρεία κλίμακα οι θαλασσινοί  (ναυτιλλόμενοι  και ψαράδες ) στις νυχτερινές  δραστηριότητές τους (ψαρέματα νυχτερινά, πυροφάνια, δάδες για φωτεινά σήματα στις πορείες πλοίων κατά τις αφέγγαρες και  σκοτεινές νυχτιές, ιδίως στα χρόνια που δεν υπήρχε άλλη πηγή φωτισμού, παρά μόνο οι φανάρες θυέλλης, οι λάμπες πετρελαίου και τα λουξ πετρελαίου.
***
Ρε, μαλαστρούπφα…!
Όλες αυτές οι ενέργειες που  γινόταν κάτω από το αμυδρό φως, του φανού –  της μαλαστρούπφας, η οποία ήταν καμωμένη από άχρηστα και ευτελή υλικά – του «πεταμάτου» –  φώτιζε μεν για λίγο,  αλλά ανέδιδε παράλληλα  και μαύρη πυκνή καπνιά και βρώμα καμένου λαδιού και πετρελαίου, που λέρωνε – μουτζάλωνε – μαύριζε τα πρόσωπα αυτών που την κρατούσαν, αλλά και το  γύρω   χώρο, τόσο που δύσκολα ξεπλενόταν, ενέπνευσαν τους θυμόσοφους ψαράδες μας, οι οποίοι μετέφεραν την έννοια της «μαλαστρούπφας»  και στις «ανθρώπινες μαλαστρούπφες!»
Σκληρή η γλώσσα μας = «τσακίζει κόκκαλα»  σαν λέει την αλήθεια!
Θέλοντας να τους χαρακτηρίσω, να παρουσιάσω το profile – το  image – το portreto τους, όπως το εννοούν οι θαλασσινοί μας,  θα αποφύγω τους δικούς μου χαρακτηρισμούς και θα χρησιμοποιήσω κάποιους από τους κοινά αποδεκτούς όρους  – φράσεις όπως:     «κύμβαλα αλαλάζοντα» (Απόστολος Παύλος), στην λαϊκή ορολογία «γαζοτενεκέδες ξεγάνωτοι που αμολούν κρότους (φασαριάτοι) και σκουριές»,  «Γραμματείς και φαρισαίοι» (Ευαγγέλιο), εξωτερική εμφάνιση και βρώμικοι στα εσωτερικά τους, στις ενέργειές τους, «ημιμαθείς» (η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την αμάθεια), «ανάγωγοι»  – κατά το γλωσσικό ιδίωμα της Καλύμνου «κακονεθρεμμένοι»,   γαλουχημένοι σαν προσωπικότητες με  ευτελείς γνώσεις και συμπεριφορές, «μουρδωμένοι – μαλαγμένοι –  λερωμένοι –  λερώνεσαι απ’  όπου και να τους πιάσεις» και άλλα παρεμφερή.  Προκαλούν και υψώνουν το ανάστημά τους,  ότι είναι  καινοτόμοι και  προοδευτικοί, λαμπαδηφόροι που θα  φωτίσουν την κοινωνία, θα  δώσουν καθοδηγητικά σήματα με το φανό της σκέψης  και των ενεργειών τους. Κι η «δάδα» – η μαλαστρούπφα  που κρατούν, τελικά μόνο καπνιά και βρωμιά  αφήνει πίσω της, που δυστυχώς δεν την αντιλαμβάνονται, γιατί είναι αυτοί οι ίδιοι που την παράγουν. Τους την θυμίζουν όμως  αυτοί που γνωρίζουν τη λαδερή καπνιά που αναδίδει το αμυδρό και ευκαιριακό φως της μαλαστρούπφας, αποπαίρνοντάς τους, υποτιμητικά, δηκτικά  και αποτρεπτικά!

  • «Ρε μαλαστρούπφα…, τίνος τα λες αυτά. Ξέρομέ σε. Ουστ, από ’δω!»  ή
  • «Ε ρε, μαλαστρούπφα που του χρειάζεται κατάμουτρα και … νά ’ναι μαλαγμένη μέσα από τη σεντίνα!»

Γλωσσάρι: *
δηκτικός λόγος, = λόγος καυστικός, οξύς, προκλητικός, αιχμηρός κ.α.
θυμόσοφος = αυτός που με βιωματική γνώση, στοχασμένη σκέψη και οξυδέρκεια, εκφράζει σοφές κουβέντες  και γνώμες με τη μορφή, παροιμιών και γνωμικών.
σεντίνα = το σημείο του αμπαριού, σε κάθε σκάφος, όπου κατασταλάζουν τα νερά της βροχής και της εισερχόμενης στο πλοίο θάλασσας. Επειδή συνήθως τα νερά αυτά είναι στάσιμα, αναμεμειγμένα με καμένα λάδια και πετρέλαια της μηχανής, βωρσάζουν –  βρωμοκοπάνε. Μια τέτοια μαλαστρούμπφα, βουτηγμένη  μες στα νερά της σεντίνας χρειάζοντα, κατάμουτρα και «οι ανθρώπινες μαλαστρούπφες. για να καταλάβουν… ποιοι είναι!
Σημ : Οι παραπάνω φράσεις είναι καταγεγραμμένες στο «Γλωσσικό ιδίωμα των θαλασσινών μας»
Κάλυμνος, Ιούνιος 2025
Γιάννης Αντ. Χειλάς

Latest..

Καταγγελία για στρατόπεδο στη Λέσβο: Νεκρό ποντίκι στα μαγειρεία, κοριοί, έλλειψη καθαριστικών

ΛΕΣΒΟΣ: ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ από το 98 ΤΜΧΕΘ-Στρατόπεδο Πετσοφά-Καλλονή ΛέσβουΣτο 98 ΤΜΧΕΘ υπάρχει σημαντική εμπλοκή και δεν υπάρχει διάθεση από Αξιωματικούς να βοηθήσουν για … [Read More...]

Πέμπτη 9 Οκτώβρη 2025 στη Μυτιλήνη:«Οι αγώνες και το δίκιο δεν φιμώνονται – Όχι στο νέο πειθαρχικό»

ΛΕΣΒΟΣ: H Δημοσιοϋπαλληλική Αγωνιστική Συσπείρωση (ΔΑΣ) διοργανώνει εκδήλωση – συζήτηση με θέμα:«Οι αγώνες και το δίκιο δεν φιμώνονται – Όχι στο νέο πειθαρχικό»Η εκδήλωση θα … [Read More...]