ΚΑΛΥΜΝΟΣ:
<!–
Error: wp_booster error:
td_api_base::get_key : a component with the ID: single_template_9 Key: show_featured_image_on_all_pages is not set.
/home/kalymnos/public_html/wp-content/plugins/td-composer/legacy/common/wp_booster/td_api.php (rara-error)
–>
* Μιχάλης Γ. Κώτης – Εκπαιδευτικός, Συγγραφέας, Λογοτέχνης
Γεννήθηκε στη Ρόδο το 1939 από πατέρα Καλύμνιο και μητέρα Τηλιακιά. Είναι παντρεμένος με την Καλλιόπη Καραφυλλάκη, πατέρας τριών παιδιών και παππούς πέντε εγγονιών
———————————————-
Οκτώ και δέκα έφτασε και ο τελευταίος προσκεκληµένος που δεν ήταν άλλος από τον Άκη µε τη γυναίκα του. Δε χρειάζεται να επαναλάβουµε, το κουσούρι αυτό το είχε από παιδί ακόµα. Πάντα καθυστερηµένος. Και επειδή ήταν χοντρούλης, οι φίλοι του τού έλεγαν: “Χοντρούλης στο σώµα, χοντρούλης και στους τρόπους!” Κάτι που του επανέλαβαν για πείραγµα οι φίλοι του µεγαλόφωνα και σήµερα, ύστερα από συνεννόηση, µόλις τον είδαν να περνά την πόρτα της τραπεζαρίας, ξελιγωµένοι στα γέλια.
Καθισµένοι όλοι γύρω από το βαρυφορτωµένο µε λογής φαγητά, µεζέδες και ποτά τραπέζι, άρχισαν τη µάχη µε όπλα τα µαχαιροπίρουνα και αντίπαλο τα νόστιµα φαγητά. Και κάθε τόσο σήκωναν το γεµάτο κρασοπότηρο και το άδειαζαν στο στοµάχι, ευχόµενοι να είναι ευλογηµένες οι χειροτονίες των δύο φίλων τους.
Και το φαγοπότι έφερε ευεξία και η ευεξία διάθεση για ξεφάντωµα. Ξεκίνησαν από την ψαλτική. Εκκλησιαστικό, βλέπεις, περιβάλλον!… Η ευρύχωρη σαλοτραπεζαρία γέµισε θείες ψαλµωδίες. Ακολούθησε το τραγούδι από τη νεολαία και στη συνέχεια ο παραδοσιακός χορός. Και όταν ένιωσαν ανήµποροι να σύρουν τα πόδια τους και να βγάλει µελωδία το λαρύγγι τους, το γύρισαν στην κουβέντα.
Ο Τέλης, “το πειραχτήρι”, που οι στροφές του µυαλού του ξεπερνούσαν τις στροφές πολύστροφης µηχανής, σίγουρος για τα θέµατα συζήτησης ότι δεν θα είναι άλλα από εκκλησιαστικά, για να τ’ αποφύγει άνοιξε τη συζήτηση µε θύµα το νεοφερµένο φίλο τους Λάµπρο, γνωστό για τα αριστερά του φρονήµατα:
«Αληθεύουν, Λάµπρο, αυτά που ακούγονται τελευταία, ότι θα είσαι υποψήφιος της Ε. Ρ. Ε. στις προσεχείς βουλευτικές εκλογές;» τον ρωτά µε ύφος σοβαρό. «Χάλασε ο κόσµος, είπα, σαν το άκουσα!»
Ο Λάµπρος δεν κατάλαβε ότι ο παλιός συµµαθητής του αστειευόταν. Ήταν µεγάλη προσβολή γι’ αυτόν να τον βαφτίζουν Δεξιό. Καλύτερα να τον αποκαλούσαν “τοιούτον”, παρά Δεξιό. Γινόταν, όπως και τώρα, µπαρούτι, µαινόµενος ταύρος έτοιµος να επιτεθεί στο αντίκρισµα κόκκινου πανιού.
«Και το πίστεψες, µωρέ Τέλη! Πίστεψες ότι ο Λάµπρος, του κοµµουνιστή Μήτρου Τσάκου ο γιoς, θα µπορούσε να αλλαξοπιστήσει, να γίνει, µωρέ, τραµπούκος! Ο Λάµπρος, φίλε µου, δηµοκράτης γεννήθηκε και δηµοκράτης θα πεθάνει!»
«Θα µου επιτρέψεις να υποβάλω ένσταση, αγαπητέ µου», του απαντά τάχα ενοχληµένος ο Άκης, που µυρίστηκε το “δούλεµα”. «Έτσι που το πας, φίλε µου…, κάθε οπαδός της Ε.Ρ.Ε. είναι και τραµπούκος!… Γνωρίζεις καλά ότι κι εγώ δεν ανήκω σε τούτη την παράταξη. Θα ήταν όµως τ’ ολιγότερο άδικο να χαρακτηρίζουµε κάθε ψηφοφόρο της τραµπούκο!»
«Άσε µε, καηµένε Άκη, µην ανοίξω το στόµα µου!… Εµείς οι κοµµουνιστές ξέρουµε τι θα πει “Δεξιά”!… Λιγότερο µέχρι καθόλου οι άλλες παρατάξεις. Είναι εύκολο, αγαπητέ µου, να ξεχάσεις τις περιφρονήσεις, τις διώξεις, τους ξυλοδαρµούς, τις φυλακίσεις, τις εξορίες στα ερηµονήσια, τα βασανιστήρια, τις καταδίκες σε θάνατο, τις εκτελέσεις, τους βίαιους θανάτους, για τον λόγο και µόνο ότι ήσουν δηµοκράτης; Όχι βέβαια!»
Έβρεξε το στεγνό λαρύγγι του µε δυο γουλιές νερό και δίχως άλλη καθυστέρηση συνεχίζει, µε νεύρο, θυµό και αγανάχτηση. Πού να φανταστεί ο άµοιρος ότι ήταν πείραγµα του µικροκαµωµένου σατανικού φίλου τους!
«Είναι γελασµένος, φίλοι µου, όποιος πιστεύει ότι οι Δεξιές κυβερνήσεις διαφέρουν από τις δικτατορίες και τις τυραννίες. Κοιτούν µε κάθε µέσο να διατηρούνται στην εξουσία. Με τη βία και τη νοθεία (ψήφισαν και οι πεθαμένοι, θυµάσαι, σε πρόσφατες εκλογές!…) και την αστυνόµευση και τις δολοπλοκίες και τους αποκεφαλισµούς ανθρώπων που θεωρούν επικίνδυνους, εµπόδιο στα σχέδια τους. Πάει και ο Λαµπράκης!… Και δεν θα είναι δυστυχώς ο τελευταίος…, µετά απ’ αυτόν κάποιος άλλος θα έχει σειρά!
»Και µε τις ευλογίες, βέβαια, του άµβωνα!… ας µε συγχωρήσουν οι παρευρισκόµενοι κληρικοί και θεολόγοι… Στα δάχτυλα του ενός χεριού µετρούνται οι ρασοφόροι δηµοκράτες στην πόλη. Ανοιχτή προπαγάνδα κάνουν υπέρ της Δεξιάς και κατά του κοµµουνισµού, διασπείροντας το σύνθηµα ότι οι κοµµουνιστές είναι αντίχριστοι, άπιστοι, άθεοι και ότι θα κλείσουν τις εκκλησίες έτσι και κυβερνήσουν!»
Παγωνιά µαρµάρου απλώθηκε στην αίθουσα. Οι περισσότεροι και ιδιαίτερα οι άνθρωποι της εκκλησίας έσφιγγαν χείλη και δόντια για να συγκρατήσουν τον θυµό τους. Η γυναίκα του, που έδειχνε να φεύγουν σπίθες εξυπνάδας από τα µάτια της, αντιλήφθηκε το βαρύ κλίµα που δηµιουργούσαν οι ακραίες θέσεις του συζύγου της, για τούτο και παρεµβαίνει:
«Θα µου επιτρέψεις, καλέ µου, να διαφωνήσω σε δύο σηµεία», τον διακόπτει µε εντυπωσιακή ευγένεια. «Πρώτο, ότι σε όλες τις παρατάξεις υπάρχουν τραµπούκοι και όχι µόνο στη Δεξιά. Και δεύτερο, όποιο χρώµα και να έχει µια κυβέρνηση (µπλε, κόκκινο, πράσινο), ψάχνει να βρίσκει τρόπους να διατηρείται στην εξουσία, ακόµα και κεφάλια παίρνοντας. Λίγες προσωπικότητες σε κοµµουνιστικές χώρες, (στη Σοβιετική Ένωση για παράδειγµα), πήγαν στα κάτεργα, στα καταναγκαστικά έργα, λίγοι αποκεφαλίστηκαν!… Μπορεί, εποµένως, να έχουµε δηµοκρατική διακυβέρνηση από κυβέρνηση αριστερής, κεντρώας, ή δεξιάς προέλευσης, µπορεί και το αντίθετο! Δεν πρέπει να είναι κανείς απόλυτος και µονόχνοτος, µε κοµµατικές παρωπίδες στο πρόσωπο!»
«Συµφωνώ απόλυτα µε την Άννα, αγαπητέ Λάµπρο», λέει µε αυτοπεποίθηση ο Μακάριος. «Η σωστή δηµοκρατία δεν έχει χρώµα και κοµµατική προέλευση. Δεν αποκεφαλίζει από φόβο ή από συµφέρον ή κι από τα δύο τον ικανό και τον άξιο, αντίθετα τους ανταμείβει. Με τον τρόπο αυτό τους παροτρύνει να συνεχίσουν το έργο τους, που µπορεί να είναι ωφέλιμο και για την πολιτεία και για το κοινωνικό σύνολο. Και µε το παράδειγµά τους να επηρεάζουν άλλους να γίνουν κι αυτοί ικανοί και άξιοι και δηµιουργικοί πολίτες. Πάντα, βέβαια, µιλάµε για πραγµατική δηµοκρατία, µε σωστή πολιτική και κοινωνική παιδεία του λαού!…»
«Εγώ, φίλοι µου», ακούγεται η καµπανιστή φωνή του Λάµπρου που ξαναπήρε τον λόγο, «νιώθω την ανάγκη να σας υπενθυµίσω τι γίνεται καθηµερινά σε όλους τους τοµείς της ζωής. Όχι µονάχα στην πολιτική, αλλά και στη δουλειά µας και στην ευρύτερη κοινωνική ζωή, ακόµη και στον κλήρο, παντού!…
«Οι αποκεφαλισµοί προσωπικοτήτων, αγαπητέ Λάµπρο», λέει µε σιγουριά στη φωνή του ο φιλόλογος Παντής, «συµβαίνουν κυρίως στον πολιτικό στίβο. Είναι που τα συµφέροντα εκεί είναι µεγάλα… Που το µέλι της εξουσίας ρέει άφθονο. Η Ιστορία έχει να µας παρουσιάσει πληθώρα τέτοια επεισόδια αποκεφαλισµού. Θέλω να µου επιτρέψετε, εάν το επιθυµείτε, να σας παρουσιάσω ένα που µου ήρθε τούτη τη στιγµή στον νου».
»Θεωρώ περιττό να σας πω πως σε κάθε γωνιά του πλανήτη (και στον τόπο µας βέβαια!…) µε οποιοδήποτε καθεστώς, περισσεύουν Θρασυβουλίσκοι και Περιανδρίσκοι. Από φθόνο ή από ζήλια ή από συµφέρον, και από τα τρία µπορεί, έχουν κατασταλάξει στο συµπέρασµα ότι, για να καλύψουν τη δική τους ανικανότητα, θα πρέπει να τσακίσουν όσα κεφάλια προεξέχουν του δικού τους, αδιαφορώντας αν αυτή η υπεροχή είναι δίκαιη, κερδισµένη µε κόπο και µόχθο και ωφέλιµη για τον τόπο. Σηµασία γι’ αυτούς έχει να τσακίσουν τους ικανούς και άξιους, για να φανούν οι ίδιοι. Δεν καταλαβαίνουν ότι για το “νανισµό” τους, δε φταίει το ανάστηµα των άλλων, αλλά η µηδαµινότητά τους και η ανυπαρξία τους και η ανικανότητά τους να ψάξουν τρόπους να ψηλώσουν».
»“Η δηµοκρατία”, καθώς γνωρίζουµε κύριοι, “επιβάλλει ισότητα δικαιωµάτων, όχι ισοπέδωση των αξιών και άξιων µε τους ανάξιους”, λέει χαρακτηριστικά σύγχρονος αρθρογράφος, ο οποίος λέει ακόµα πιο κάτω: “… γιατί τότε (η δηµοκρατία) θα ήταν πολίτευµα των µετριοτήτων και των µηδαµινοτήτων. Αντίθετα, η σωστή δηµοκρατία δε συνθλίβει τους ικανούς, αλλά τους ανταµείβει. Και προπάντων διαπαιδαγωγεί και παραδειγµατίζει και τους άλλους να γίνουν ικανοί, γόνιµοι, δηµιουργικοί, πολίτες άξιοι. Όταν βέβαια είναι σωστή δηµοκρατία, µε σωστή πολιτική και κοινωνική παιδεία του Δήµου!…”
Ανακάθισε στη θέση του, δρόσισε χείλη και λαρύγγι µε νερό και άρχισε να παρουσιάζει το εντυπωσιακό επεισόδιο αποκεφαλισµού. Ανακάθισαν και οι άλλοι στα καθίσµατά τους για να νιώθουν πιο άνετα και αµέσως µετά συγκατατέθηκαν µε κίνηση της κεφαλής. Εκείνος άρπαξε την κίνηση. Ανακάθισε ξανά στο κάθισµά του, ξεροκατάπιε κι άρχισε να διηγείται µε µια αξιοπρόσεχτη, καταπληκτική ζωντάνια, γλαφυρότητα και παραστατικότητα:
«Το επεισόδιο αποκεφαλισµού που θα σας παρουσιάσω, φίλοι µου, το διηγείται ο Ηρόδοτος στο Ε΄ βιβλίο των Ιστοριών του, µε πρωταγωνιστή τον Περίανδρο, τον περίφηµο τύραννο της Κορίνθου κι έναν από τους εφτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας.
«Συγνώµη για την παρέµβαση, κύριε καθηγητά», τον διακόπτει ο Λάµπρος, «µα εγώ γνωρίζω ότι ο Περίανδρος, αν και τύραννος, κυβέρνησε τη χώρα του δηµοκρατικά εκτός και κάνω λάθος!»
«Δεν κάνεις λάθος, αγαπητέ µου, και χαίροµαι ειλικρινά που υποστηρίζεις κάτι που πριν από λίγο στεκόσουν απέναντί του εχθρικά. Ναι, έτσι είναι που το λες Λάµπρο, όµως, στην αρχή της εξουσίας του. Τότε υποστήριζε ο σοφός και συνετός εκείνος άνθρωπος: “Όποιοι θέλουν να κυβερνούν µε ασφάλεια,, πρέπει να φρουρούνται από την αγάπη του λαού, όχι από όπλα”. Και το πιο σηµαντικό και απροσδόκητο που έλεγε ήταν: “Η δηµοκρατία είναι καλύτερη από την τυραννία”. Και κάποια στιγµή που τον ρώτησαν, γιατί τότε “τυραννεί”, εκείνος αποκρίθηκε: “Επειδή, είτε θεληµατικά αφήσω την εξουσία, είτε µε τη βία, είναι επικίνδυνο!”
»Και κυβέρνησε ήπια και δηµοκρατικά, πάντα, όµως, στην αρχή της εξουσίας του. Γιατί αργότερα, ξεχνώντας τις υποθήκες του, έγινε πιο σκληρός και πιο αιμοβόρος από τον προκάτοχο και πατέρα του, τον φοβερό, τον ανεπανάληπτο Κύψελο!»
«Και πώς ερµηνεύεται η απότοµη αυτή αλλαγή στη συµπεριφορά του;» ρωτά µε έντονα ζωγραφισµένη την απορία στο πρόσωπό της η κυρία Αρετάκη.
«Τη µεταστροφή αυτή o Ηρόδοτος», αποκρίνεται ο κύριος Παντής, «την εξηγεί κάπως έτσι, κυρία Αρετάκη: “Θέλοντας, λέει, ο Περίανδρος να µάθει µε ποιον τρόπο θα εξασφάλιζε µεγαλύτερη σταθερότητα στο καθεστώς του και πώς θα κυβερνούσε καλύτερα την πόλη”, στέλνει κήρυκα στον οµόλογό του, τύραννο της Μιλήτου, Θρασύβουλο, “ζητώντας τη συναδελφική συµβουλή του για σωστή διακυβέρνηση”.
»Ο Θρασύβουλος δεν απαντά στον απεσταλµένο του Περίανδρου µε λόγια, αλλά µε µια πανέξυπνη σχετική παραβολή. Σίγουρα θα θέλετε να την ακούσετε».
Όλοι, φυσικό ήταν, αποκρίθηκαν ότι θέλουν, άλλοι µε λόγια κι άλλοι µε κίνηση της κεφαλής. Και ο δεινός αφηγητής εξηγεί:
«“Πήρε, πάντα κατά τον Ηρόδοτο, ο Θρασύβουλος τον κήρυκα έξω από την πόλη και µπήκαν σ’ ένα χωράφι µε σπαρτά. Και, έτσι κι έβλεπε κάποιο στάχυ να υψώνεται πάνω από τ’ άλλα, το τσάκιζε και, τσακίζοντάς το, το έριχνε κατά γης (εκόλουε τα υπερέχοντα των ασταχύων), όπως ακριβώς το λέει. Στο τέλος, µε τον τρόπο αυτό, τα πιο ψηλά και καμαρωτά στάχυα τα ρήµαξε”
»Λέξη άλλη δεν έβγαλε από το στόµα του ο τύραννος της Μιλήτου, ίσαµε που έστειλε πίσω στην Κόρινθο τον κήρυκα. Αυτός διηγήθηκε τη σκηνή στον Περίανδρο όπως ακριβώς έγινε, µε σχετική απορία και έκπληξη, λέγοντας πως δεν κατάλαβε τίποτα “από τα καµώµατα ενός ανθρώπου µε σαλεµένο µυαλό, που ρήµαζε την ίδια τη σοδειά του”.
»Ο σοφός, όµως, Περίανδρος έπιασε το νόηµα: Ο Θρασύβουλος µε την παραβολή του ετούτη τον συµβούλευε “να σκοτώνει τους πολίτες που ξεχωρίζουν από τους άλλους (τους υπερόχους των αστών φονεύειν), για τον λόγο ότι αυτοί θεωρούνται οι πιο επικίνδυνοι για την τυραννία του. Και γίνεται πολύ σκληρός και πολύ φονικός. Και βάλθηκε να εξευτελίζει και να αφανίζει τους καλύτερους υπηκόους του, τους πιο άξιους και τους πιο ικανούς”.
»Θεωρώ περιττό να επαναλάβω ότι σε κάθε γωνιά του πλανήτη (και στον τόπο µας βέβαια!…) µε οποιοδήποτε καθεστώς, περισσεύουν Θρασυβουλίσκοι και Περιανδρίσκοι. Από φθόνο ή από ζήλια ή από συµφέρον, και από τα τρία µπορεί, έχουν κατασταλάξει στο συµπέρασµα ότι, για να καλύψουν τη δική τους ανικανότητα, θα πρέπει να τσακίσουν όσα κεφάλια προεξέχουν του δικού τους, αδιαφορώντας αν αυτή η υπεροχή είναι δίκαιη, κερδισµένη µε κόπο και µόχθο και ωφέλιµη για τον τόπο. Σηµασία γι’ αυτούς έχει να τσακίσουν τους ικανούς και άξιους, για να φανούν οι ίδιοι. Δεν καταλαβαίνουν ότι για το “νανισµό” τους, δεν φταίει το ανάστηµα των άλλων, αλλά η µηδαµινότητά τους και η ανυπαρξία τους και η ανικανότητά τους να ψάξουν τρόπους να ψηλώσουν».
Αθήνα 15 – 11 – 2003
========== * ==========